Συγγραφέας Χριστίνα Καραγιάννη: Εργασία: 09/2011 (Σημ: Η εργασία αυτή έχει κατατεθεί στο Πάντειο)
ΤΙΤΛΟΣ
«Η
Φετιχοποίηση της κοινωνίας και δυνατότητες αντίστασης: Bourdieu και Καστοριάδης»
ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ
ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Αντικείμενο της εργασίας θα είναι η μελέτη και
καταγραφή των δράσεων που συμφιλιώνουν την αντινομία της θεωρίας του
υποκειμένου και του αντικειμένου, τη δομή με τη δράση, στη σκέψη του Μπουρντιέ
και του Καστοριάδη. Σκοπός της έρευνας είναι να διαπιστώσει και να εξηγήσει πως
η ανθρώπινη κοινωνία μετατρέπει το έργο και τη δράση των ανθρώπων σε εμπράγματη
κατάσταση, όπου η πρακτικοποιητική σκέψη αναπαράγεται δια της μιμήσεως του
ετεροκαθορισμού. Όπως θα διαπιστώσουμε, η σύγχρονη κοινωνία έχει αναγάγει τον
ορθό Λόγο σε δύναμη εξορθολογισμού, αποκρύπτοντας το σκεπτόμενο νου ως πηγή
δημιουργίας. Οι κοινωνίες γενικά, διέπονται από αντικειμενικούς νόμους, οι
οποίοι λειτουργούν ανεξάρτητα από τη δράση του υποκειμένου. Το κάθε ιστορικοκοινωνικό πλαίσιο θεωρείται
πεπρωμένο, εντός του οποίου η βιωμένη υποκειμενικότητα εμφανίζεται άχρονη και
καθιστά ανίκανο τον κάθε άνθρωπο να έχει τον έλεγχο πάνω στη ζωή του με
αποτέλεσμα να δίνει τη συναίνεσή του σε απρόσωπους, φυσικούς ή αφηρημένους
νόμους.
Θα συζητηθεί, πως οι κοινωνίες δίνουν εξωκοινωνικά
στηρίγματα στις κοινωνικές σχέσεις που οι ίδιες δημιουργούν, μετατρέποντας τις
σχέσεις αυτές σε διαμεσολαβημένες, όχι απλώς από πράγματα ή εμπορεύματα, αλλά γενικά
από ιδιότητες και αξίες που κατανοούνται ως άχρονες και φυσικές, όπως παραδείγματος
χάριν οι έμφυλες διακρίσεις. Τα στηρίγματα αυτά αποκτούν ιδιότητες ιερές, αναλλοίωτες,
παγιώνονται ασυνείδητα και σχηματοποιούνται συνειδητά μέσω της διαδικασίας
ενσωμάτωσης του υποκειμένου σε πρακτικές καθώς και μέσω του ψυχικού
εκκοινωνισμού του. Επομένως, η επένδυση
του καθημερινού με φυσικές, δεδομένες και ιερές ιδιότητες, είναι σημασιακή και
συμβολική, έννοιες που μας βοηθούν στην κατανόηση της πραγματικότητας ως
φετιχιστικής. Οι φετιχιστικές ιδιότητες, παγιώνονται στις συνειδήσεις ως
αναγώγιμες σε μια ουσία και δημιουργούν ένα αιτιοκρατικό σύμπαν.
Θα διερευνηθεί πως, κάθε πολιτισμός, σύμφωνα με τον
Καστοριάδη, δημιουργείται από ένα μάγμα φαντασιακών σημασιών το οποίο
θεσμίζεται σε διάφορα πεδία τα οποία σύμφωνα με τον Μπουρντιέ, αποκρυσταλλώνονται
ασυνείδητα στις συνειδήσεις, αντικειμενοποιούνται, γίνονται καθορισμένα και
αρθρώνονται μέσα από γνώσεις, στρατηγικές και πρακτικές, σε κανονιστικές
συμπεριφορές που διέπουν τις κοινωνικές σχέσεις. Στο σχήμα του Μπουρντιέ και
του Καστοριάδη, η δομή είναι μια αόρατη ή μαγματώδης σφαίρα επιρροής η οποία
επενδύεται με φαντασιακές σημασίες και ενσώματες πρακτικές που αποκτούν
φετιχιστικό χαρακτήρα από τη στιγμή που το υποκείμενο εμπεριέχεται σε αυτήν,
ενώ στην πραγματικότητα και όπως θα διαπιστωθεί, συνδημιουργείται.
Κοντολογίς, οι δύο συγκεκριμένοι διανοητές, μας προσφέρουν
τα εργαλεία να διαπιστώσουμε το φετιχιστικό χαρακτήρα του κοινωνικού κάνοντας
σύγκριση ετερόνομων και αυτόνομων κοινωνιών. Με άλλα λόγια να παραθέσουμε προς
διερεύνηση τις ετερόνομες κοινωνίες που παγιώνουν το χαρακτήρα τους σε κλειστά
συστήματα σκέψης και τις αυτόνομες κοινωνίες που αναπροσαρμόζουν τις σημασίες
τους.
Σύμφωνα με τον Μπουρντιέ, οι κοινωνίες διακρίνονται από
μικρόκοσμους, τα πεδία, στα οποία κάθε ειδική αλήθεια εισάγεται σε αυτά και
παρέχει τα μέσα στην εκάστοτε θεσμική και πολιτική πρακτική να πρεσβεύει ότι
κατέχει τη μια και μοναδική αλήθεια. Με αυτό το κριτήριο, η ετερονομία παγιώνεται
και προσαρμόζεται στα πεδία, δια της έξεως, ελέγχοντας το ασυνείδητο.
Αντιστρέφοντας, όταν το υποκείμενο δρα ασυνείδητα τότε ελέγχεται από την
ετερονομία. Ο ανταγωνισμός μεταξύ των πεδίων δείχνει ότι δεν μπορεί κανείς να
ισχυριστεί ότι πρεσβεύει τη μια και μόνη αλήθεια. Η θέση αυτή ενισχύεται από τη
δύναμη της αυτονομίας να αμφισβητεί το δόγμα των υπαρκτών θεσμών και της
πολιτικής πρακτικής. Η ύπαρξη μη οικονομικών κεφαλαίων και πρακτικών είναι μια
άλλη όψη που ενισχύει την αμφισβήτηση και παράλληλα διατηρεί την
αυτονομία.
Την άποψη αυτή ενισχύει και επεκτείνει
η θέση του Καστοριάδη, ότι ετερονομία και αυτονομία συνυπάρχουν ως στιγμές στο
κοινωνικό-ιστορικό ρου, τη στιγμή της φαντασιακής τους σημασιοδότησης. Στις θεσμισμένες,
ετερόνομες κοινωνίες τις οποίες ως επί
το πλείστον γνωρίζουμε και στις αυτόνομες, θεσμίζουσες κοινωνίες των οποίων
ελάχιστα παραδείγματα έχουμε στη διάθεσή μας για να προβούμε σε σύγκριση.
Τέτοιες είναι, για παράδειγμα, η αρχαία Αθηναϊκή πόλις και ο δυτικός ευρωπαϊκός
πολιτισμός των δύο-τριών τελευταίων περίπου αιώνων, των οποίων μόνο το σπόρο
της αυτονομίας και της αυτοθέσμισης μπορούμε να προσεγγίσουμε. Όμως αυτός ο
σπόρος γέννησε το δημόσιο χώρο συζήτησης και τη θεσμίζουσα πολιτική πράξη που
σκόπευε στο ευ ζην. Εφ’ όσον λοιπόν
είναι κοινός τόπος, ότι η πολιτική πράξη, στοχεύει στην κοινωνική οργάνωση και
θεσμοθέτηση για την εύρυθμη λειτουργία της κοινωνίας, η οποία συναρθρώνεται σε
μια κοινωνία της πρακτικής, τότε προκύπτει εξ’ ορισμού ότι η κοινωνία οφείλει
να εισάγει θεσμικά πεδία που την εξυπηρετούν, αντί οι θεσμοί να αυτονομούνται
από τη λειτουργία της κοινωνίας. Καταλήγουμε σε ένα παράδοξο συμπέρασμα εδώ, ότι
η αυτονομία πρέπει να καθοριστεί για να αποκτήσει υπόσταση, το αδύνατο, το
απροσδιόριστο να θεσμιστεί ως πρόταγμα, όχι όμως
ως τέλος ή προσταγή, για να ισχύει για το σύνολο. Άρα η αυτονομία είναι μια πρακτική
που θεσμίζεται συλλογικά και επιπροσθέτως δεν ενισχύει την εξατομίκευση,
αντίθετα την εξασθενεί. Αξιολογώντας τα θετικά στοιχεία της αυτονομίας,
καθίσταται επιτακτική η ανάγκη να προσδιοριστούν οι μορφές που μπορεί να πάρει,
να διερευνηθούν τα όρια της και οι αντοχές της. Διότι η αυτόνομη δράση έχει μια
λογική, το σκεπτόμενο πράττειν.
Στις δυνατότητες αντίστασης θα εξεταστούν, η άρση της παγιοποιημένης πραγματικότητας και
η δυνατότητα μετασχηματισμού, η οποία, στο σχήμα του Μπουρντιέ, είναι δυνατή
μέσω της αναγνώρισης των στρατηγικών που δημιουργούν τις κοινωνικές σχέσεις και
της αμφισβήτησης των έξεων δια της κοινωνικής αποστάσεως που εξασθενίζουν τις
πρακτικές και μεταβάλλουν το χαρακτήρα του πεδίου σε ρευστό, διαμορφώνοντας μια
άλλη συνειδησιακή πραγματικότητα. Το πρόβλημα στο συγκεκριμένο σχήμα είναι η
δυσκολία επικοινωνίας συνειδητού-ασυνείδητου στο υποκείμενο, μέσα από την οποία
πραγματώνεται ο μετασχηματισμός του κοινωνικού και η οποία εγκλωβίζει τη δράση
στο ασυνείδητο. Η διόρθωση του προβληματικού χαρακτήρα της επικοινωνίας μεταξύ
συνειδητού – ασυνείδητου πραγματώνεται εν μέρει από τον Καστοριάδη, ο οποίος
προτάσσει το αναστοχαστικό, ενσυνείδητο, αυτόνομο υποκείμενο ως διαχειριστή της
νέας διαλεκτικής σχέσης του συνειδητού με το ασυνείδητο. Το συνθετικό αυτό
υποκείμενο μέσω της αμφισβήτησης, καθίσταται ικανό να συλλάβει γνωστικά σχήματα
που θα κινητοποιήσουν το σκεπτόμενο πράττειν. Σύμφωνα με τον Καστοριάδη, η
ταυτιστική λογική δημιουργεί έγκλειστους πολιτισμούς, καθιστά μια κοινωνία
ετερόνομη με αποτέλεσμα να συγκροτείται ένα υποκείμενο που αναπαράγει
εργαλειακές σχέσεις και ταυτίζεται με τις αναπαραστάσεις των άλλων για να
δημιουργήσει πολιτισμό. Αντίθετα η φαντασιακή σημασιοδότηση καθιστά εφικτή την
κατανόηση της μοναδικότητας και της ετερότητας καθώς και τη διάκριση μεταξύ
ελεύθερης και ανελεύθερης χρήσης του κοινωνικού, ως αυτόνομο πρόταγμα. Σύμφωνα
με τη σκέψη αυτή θα υποστηριχθεί, ότι ο πολιτισμός δεν συγκρούεται απαραίτητα
με την ελευθερία. Η σύγκρουση της ελευθερίας με την παραγωγή πολιτισμού
προϋποθέτει τη φετιχιστική λειτουργία της συνείδησης. Η άρση του συνειδησιακού
φετιχισμού, μπορεί να πραγματωθεί δυναμικά διαμορφώνοντας αντιλήψεις μέσα από
την αλληλεπίδραση των κοινωνικών σχέσεων με τις αλλοιώσεις των θεσμισμένων
κοινωνικών φαντασιακών σημασιών.
Το βασικό σχήμα της
ερμηνείας των αντιστάσεων θα κινηθεί μεταξύ των εννοιών, του πολιτισμού, της
γνώσης και της αυτονομίας ως βασικά κριτήρια συνειδητοποίησης της αυτοθέσμισης
της κοινωνίας μέσα από τη συλλογικότητα. Είναι γεγονός ότι το υποκείμενο
υπολείπεται στο να κατανοήσει το πλαίσιο από το οποίο περιβάλλεται, αυτό της
συλλογικότητας, γεγονός που διαπιστώνεται στο υπαρκτό πρόβλημα του δημοκρατικού
ελλείμματος και στην έλλειψη συμμετοχής. Με άλλα λόγια, η πολιτική δράση δεν
έχει αξιοποιήσει «θετικά» τις ετερόνομες κοινωνίες.
ΤΟ
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ - ΒΑΣΙΚΑ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ
Πρώτο μέρος
εργασίας: Μπουρντιέ
i) Habitus ή
έξης
Η δομή στο αντιληπτικό σχήμα του Μπουρντιέ, συλλαμβάνεται
ως ασύνειδη, μη ηθελημένη διάσταση ενσωματωμένων προδιαθέσεων που παρέχονται
από έναν ιστορικό πολιτισμό. Το σύνολο αυτό των ασύνειδων και ενσώματων
προδιαθέσεων που διαμορφώνει στάσεις, αντιλήψεις και πρακτικές, χωρίς να
ρυθμίζονται συνειδητά από ένα κανόνα, καλείται «habitus» ή «έξης». Το habitus οργανώνει τη δράση του
υποκειμένου χωρίς εκείνο να έχει συνειδητή γνώση των προδιαθέσεών του, λειτουργεί
προστοχαστικά, ασυνείδητα. Η προ-στοχαστική γνώση συνεπάγεται ότι δεν
οργανώνεται η δράση μηχανιστικά μέσα από σιδερένιους νόμους αλλά λειτουργεί
ελαστικά και ευέλικτα μέσα από τη συνήθεια και τον εθισμό. Οι προδιαθέσεις
διατηρούν μια διπλή λειτουργία ως προϊόν ενός πολιτισμού, το οποίο
ενσωματώνεται στα υποκείμενα μέσα από την εκπαιδευτική διαδικασία. Επιπλέον
παράγουν πρακτικές, παρέχουν στο υποκείμενο την αίσθηση της πρακτικής. Αποτελούν
δηλαδή το μέσο που δημιουργεί και αναδημιουργεί νοηματοδοτημένες παραστάσεις
προερχόμενες μέσα από το πλαίσιο στο οποίο δημιουργήθηκαν, το πεδίο. Μέσα στα
πεδία δράσης το habitus
λειτουργεί ως δομημένο και ως δομοποιητικό. Είναι παράλληλα προϊόν της δομής
και κινητήριος δύναμη της δράσης, της ιστορίας. Σε αυτό το σημείο, θα συζητηθεί
πως μετατρέπονται οι καθημερινές σχέσεις και πρακτικές σε αντικειμενική
πραγματικότητα. Το habitus
ως κατασκευαστικό εργαλείο μας κατευθύνει στη λογική του φετιχισμού όπου τα
πεδία αυτονομούνται, ενώ ως προϊόν μας υπενθυμίζει ότι συνδιαμορφώνεται από τα
άτομα.
ii) Πεδίο & Habitus
Μέσω του αντιληπτικού σχήματος του Μπουρντιέ το υποκείμενο
προφανώς εξαντικειμενικεύεται. Είναι δηλαδή καθορισμένο, καθώς βρίσκεται
πάντοτε εντός ενός κόσμου που διέπεται από συγκεκριμένες πρακτικές, τα πεδία.
Με τον όρο πεδίο, εισάγει όχι μόνο υλικές οικονομικές σχέσεις αλλά και τις
άυλες κοινωνικές σχέσεις, όπως αντιλήψεις, οικογένεια, θεσμούς όπως εκπαίδευση,
κράτος, αγορά και τους ανεπίσημους χώρους δράσης όπως τα κοινωνικά παιχνίδια
και η κοινωνία των πολιτών. Αυτά αποτελούν τον αρχιτεκτονικό χώρο και χρόνο
δράσης και συμμετοχής των υποκειμένων στην κοινωνική και πολιτική ζωή. Οι
κοινωνικές σχέσεις που συνάπτουν διαμορφώνονται από οικονομικές και από κάθε
είδους μη οικονομικές στρατηγικές, τα πολιτιστικά και συμβολικά κεφάλαια μέσω
των οποίων κατανέμονται και ιεραρχούνται οι θέσεις που ρυθμίζουν τις σχέσεις
εξουσίας. Πλέον ο οικονομικός άνθρωπος δεν αποτελεί το μόνο τύπο δράσης του
υποκειμένου. Αντίθετα το υποκείμενο αλληλεπιδρά με κάθε είδους κεφάλαιο που
συναντά στο πεδίο. Η αλληλεπίδραση μεταξύ των πεδίων επιτρέπει τη διαμόρφωσή
τους. Παραδείγματος χάριν, το συμβολικό κεφάλαιο, σημαίνει κύρος που αποκτάται
μέσω της εκπαίδευσης. Επομένως η σχέση πεδίου και habitus είναι η δόμηση και αναδόμηση
του ίδιου του πεδίου που προκύπτει από τον ανταγωνιστικό και συγκρουσιακό τους
χαρακτήρα και σκοπεύει στο να καταδείξει την αίσθηση της πρακτικής που διαπνέει τις κοινωνικές σχέσεις,
τον καθορισμό ή τον μετασχηματισμό τους.
Σύμφωνα με τα παραπάνω, επίκεντρο της ανάλυσης της σχέσης
πεδίου και habitus
καθίσταται ο πολιτισμός με την ευρεία έννοια, διότι η θέση νοείται πολιτισμικά
και όχι μόνο με ταξικούς όρους καθώς εμπεριέχει την ατομική και συλλογική
κουλτούρα στην οποία το άτομο γεννιέται και καταλαμβάνει μέσω της έξης, εντός
της οποίας αναπτύσσει στρατηγικές που χαρακτηρίζονται από την άνιση κατανομή
κεφαλαίων.
iii) Καθορισμός και αυτονομία
Ο σκληρός πυρήνας του καθορισμού της δράσης του
υποκειμένου, αποκτά ελαστικότητα και συνδέεται με τη δυνατότητα περιορισμένης
αυτονομίας. Το habitus
υπό αυτή την οπτική, αναφέρεται στην ικανότητα ελεύθερης παραγωγής
προϊόντων-σκέψεων μέσω της εμπειρίας της κοινωνικής κινητικότητας, η οποία
επιτυγχάνεται εξαιτίας της ικανότητας προσαρμογής της παραδοσιακής πληροφορίας
από το δρών υποκείμενο αναλόγως της επιδοκιμασίας ή αποδοκιμασίας που τυγχάνει
εφαρμόζοντας στρατηγικές. Μέσω της επιλεκτικής ενσωμάτωσης των προδιαθέσεων
δίδεται στο άτομο η δυνατότητα αμφισβήτησης, αυτοσχεδιασμού και συνειδητού
αναπροσδιορισμού της δράσης του εντός των πεδίων. Η ελεύθερη αυτή διάσταση,
είναι ελεγχόμενα ελεύθερη διότι προσανατολίζει το σκοπό της δράσης στα όρια του
κοινωνικά και ιστορικά καθορισμένου χαρακτήρα του πεδίου, στο οποίο τον πρώτο
ρόλο έχει το habitus,
που διαμορφώνει με καθορισμένο τρόπο τη δράση, δηλαδή ελεγχόμενο. Ενώ η
εξωτερίκευση των δομημένων προδιαθέσεων, που αντιστοιχούν σε στρατηγικές ικανές
να μετασχηματίσουν την πρακτική λογική του πεδίου, υπονοούν την ύπαρξη μιας
ρευστής συνθήκης επιλογής των κατάλληλων μέσων μέσω της οποίας δομείται η
αυτονομία. Η αντινομία αυτού του σχήματος είναι εμφανής και θα διερευνηθεί
εκτενώς, διότι η ελαστικότητα της έξης προσιδιάζει σε μια εμπρόθετη,
αναστοχαστική και συνειδητή ανάγνωση των πεδίων της δράσης μέσω του μοντέλου
που προτείνει ο Μπουρντιέ και συνδέεται με τη στρατηγική της ανάπτυξης των
κεφαλαίων. Αντίθετα η κύρια διάσταση της έξης είναι η ενσώματη και ασυνείδητη
δόμηση προδιαθέσεων και δεν του επιτρέπει να δράσει εναλλακτικά, αυτόνομα εκτός
της ειδικής λογικής του πεδίου από το οποίο προέρχεται, γεγονός που καθιστά την
πρακτική της αυτονομίας αδύνατη.
Δεύτερο μέρος εργασίας: Καστοριάδης
i)
Κοινωνικές Φαντασιακές σημασίες (Μάγμα)
Τα δομικά συστατικά
του κόσμου και της γνώσης είναι τα θεμελιώδη φαντασιακά σχήματα. Πηγάζουν από
το ασυνείδητο και παρέχουν δυνατότητες διαμόρφωσης των σημασιών στο άτομο και
στην κοινωνία. Ο ρόλος των κοινωνικών φαντασιακών σημασιών είναι ο καθορισμός
του προσανατολισμού της κοινωνίας. Η πρώτη ύλη, η φαντασία, προϊόν του εαυτού, προσανατολίζει το νόημα, διαμορφώνει το
άμορφο, δημιουργεί παραστάσεις ex
nihilo,
σχηματίζει ένα μάγμα μορφών που αποκτά διαφορετικό νόημα ανάλογα με τη
δημιουργία. Ένα μάγμα μορφών είναι πάντα ήδη παρόν και περιορίζει τη φαντασία,
αόριστα καθορίσιμο αλλά ποτέ πλήρως καθορισμένο. Όπως το ηφαιστειακό μάγμα είναι πάντα ρευστό
και έχει πάντοτε την ιδιότητα να σχηματοποιείται ανάλογα με τις συνθήκες τις οποίες
συναντά έτσι και η κοινωνία ως μάγμα έχει την ικανότητα να ιδρύεται και να
θεσμίζεται δημιουργώντας νέες μορφές, ένα μάγμα κοινωνικών φαντασιακών σημασιών
που προσκρούουν στο βράχο του πραγματικού. Οι φαντασιακές σημασίες ακολουθούν
μια πορεία αλλοίωσης που ποιεί (δεν μιμείται) την ιστορία και μετασχηματίζει
την κοινωνία ως φαντασιακή αυτοθέσμιση. Η πραγματικότητα δεν αντιγράφεται αλλά
επινοείται ως τρόπος του Είναι, που συγκροτείται από τις κοινωνικές φαντασίες.
Οι κοινωνίες συνήθως απέκρυπταν από τον εαυτό τους τη δημιουργική ικανότητα της
αυτοθέσμισής τους και την εκλάμβαναν ως έργο της φύσης, της ratio, των
προγόνων, των αυτοδιαχειριζόμενων πεδίων και πρακτικών, όπως π.χ. της
θεοκρατικής κοινωνίας του μεσαίωνα ή της σύγχρονης κοινωνίας της αγοράς. Αποδέχονταν
επομένως, τον ετεροκαθορισμό τους από εξωκοινωνικούς παράγοντες και τον
περιορισμό τους σε συγκεκριμένα νοήματα.
ii) Εμφάνιση του ριζικά
καινούργιου
Οι συνθήκες οι
οποίες πραγματώνουν τη σχηματοποίηση του κοινωνιακού μάγματος, είναι το ριζικά
καινούριο, το ριζικό ψυχικό φαντασιακό.
Υπάρχει πέρα από το πεδίο της κοινωνίας ως αυτοέγκλειστη, αυτιστική
κοινότητα, στο ασυνείδητο. Το ατομικό ριζικό φαντασιακό διαμορφώνει την
ενέργεια της ψυχής, το ενεργειακό αυτό μάγμα που εγκαλεί την ψυχή να
μετουσιωθεί σε συνείδηση. Η διαδικασία αυτή καλείται εκκοινωνισμός της ψυχής.
Κατά τη διαδικασία αυτή, η ψυχή επενδύεται με νοήματα τα οποία εξωτερικεύονται
ως αντικείμενα και καθορίζονται ως τέτοια μέσω της εκάστοτε θεσμισμένης
κοινωνικο-ιστορικής κοινότητας. Η μια όψη της διαδικασίας του εκκοινωνισμού της
ψυχής είναι η αποστολή του να εγγράφει τη θεσμισμένη κοινωνία. Η άλλη όψη είναι
ότι επανεγγράφει πάνω στο θεσμισμένο, λειτουργεί ως θεσμίζον. Η λειτουργία του είναι
να θέτει κάτι το οποίο δεν είναι, να είναι η πηγή όλων εκείνων των φαντασιακών
σημασιών που καθιστούν δυνατή την εμφάνιση του ριζικά καινούριου, τη δυνατότητα
δημιουργίας, την ανάδυση ριζικά νέων κοινωνιακών μορφών της συλλογικότητας, την
αυτόνομη, θεσμίζουσα κοινωνία.
iii) Αυτονομία – Θεώρηση του
υποκειμένου
Το υποκείμενο στη σκέψη του Καστοριάδη δεν είναι
αυτοδύναμο αλλά αυτόνομο. Δεν έχει μια αμετάβλητη φύση αλλά αλλοιώνεται μέσα
και από το κοινωνικο-ιστορικό γίγνεσθαι. Η αυτονομία του είναι πρωτίστως
πρακτική, είναι η ρητή αυτοθέσμιση των δικών του νόμων, η αναγνώριση των έργων
του. Η απαραίτητη συνθήκη μέσα από την οποία επιτυγχάνεται η αυτονομία, είναι ο
αναστοχασμός που αναδύεται από τη φαντασία η οποία εκπορεύεται από το ριζικό
φαντασιακό της ατομικής ψυχής και επιτρέπει τη δημιουργία νέων ατομικών και
συλλογικών μορφωμάτων, νέων ειδών. Δεν παγιώνεται, δεν περιορίζεται στην
κλειστότητα των υπαρκτών κόσμων αλλά είναι μέσον ικανό να ενσωματώνει
επιλεκτικά και κριτικά τα έργα των ανθρώπων χωρίς να παραγνωρίζει τα ίδια του
τα δημιουργήματα. Η μέθεξη στον κόσμο καθιστά το άτομο ένα κοινωνικοιστορικό ον
που η φαντασία του δημιουργεί το πρωτότυπο και παράλληλα το παραγνωρίζει ως
τέτοιο, εκτός εάν το ίδιο το υποκείμενο καταστεί βούληση ικανή να διαυγάσει την
πορεία της δημιουργίας του ως προς ένα ανοιχτό κόσμο δυνατοτήτων, διερευνώντας
τα όριά του.
Η διαύγαση μπορεί να επιτευχθεί, αν η κοινωνικοποίηση της
ψυχής πραγματωθεί μέσα από πρακτικές και θεσμούς του περιβάλλοντος και της
κοινωνίας που δεν εξυπηρετούν απλώς το υπάρχον σύστημα αλλά διατηρούν τη
φαντασιακή ικανότητα της αμφισβήτησης και μέσω αυτής την παραγωγή νέων αξιών και μορφωμάτων. Το
αυτόνομο άτομο διατηρεί τη μοναδικότητά του αναπτύσσοντας τις δυνατότητες του
Είναι του μέσα σε μια ιδιαιτέρως ευρηματική ποικιλομορφία, όπου ψυχή και
κοινωνία αλληλεπιδρούν. Επομένως δεν
παράγει μόνο κλειστά κοινωνικά συστήματα αλλά και ανοιχτούς κόσμους με
δυνατότητα μετασχηματισμού.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Καστοριάδης Κ.
(1981), Η Φαντασιακή Θεσμική της
Κοινωνίας, Σ. Χαλικιάς, Γ. Σπαντιδάκη, Κ. Σπαντιδάκης (μτφρ.), Αθήνα,
Κέδρος
Καστοριάδης Κ.
(1995), Χώροι του Ανθρώπου, Ζ.
Σαρίκας (μτφρ.), Αθήνα, Ράππα
Καστοριάδης Κ. (1992),
Ο Θρυμματισμένος Κόσμος, Ζ. Σαρίκας,
Κ. Σπαντιδάκης (μτφρ.), Αθήνα, Ύψιλον/Βιβλία
Καστοριάδης Κ.
(2000), Η Άνοδος της Ασημαντότητας,
Κ. Κουρεμένος (μτφρ.), Αθήνα, Ύψιλον/Βιβλία
Λελεδάκης Κ.
(2007), «Η αίσθηση της πρακτικής»: Μια
θεωρία κοινωνικής κατασκευής του υποκειμένου, κοινωνικής δράσης και
αναπαραγωγής της κοινωνίας: στο Π. Μπουρντιέ, Η Αίσθηση της Πρακτικής,
Αθήνα, Αλεξάνδρεια
Μπουρντιέ Π.
(2006), Η Αίσθηση της Πρακτικής, Θ.
Παραδέλλης (μτφρ.), Αθήνα, Αλεξάνδρεια
Μπουρντιέ Π. (2004),
Η Διάκριση: κοινωνική κριτική της
καλαισθητικής κρίσης, Κ. Καψαμπέλη (μτφρ.), Αθήνα, Πατάκη
Παναγιωτόπουλος
Ν. (2003) επιμ., Πολιτισμός και Αγορά:
Για την αυτονομία της πολιτισμικής παραγωγής, Αθήνα, Πατάκη
Ρωμανός Β.
(2008), Το ζήτημα της κοινωνικής δομής
και κοινωνικής δράσης: στο Ειδικά Θέματα του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού, «Ανθολόγιο»
Θεωρητικά Διλήμματα και Κοινωνική Πραγματικότητα, Πάτρα, ΕΑΠ
ΝΕΑ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ, Κοινωνιολογική Επιθεώρηση της Νέας
Ελλάδας, Αφιέρωμα στον Κορνήλιο
Καστοριάδη, Εκδόσεις Παπαζήση, Φθινόπωρο 2000 (Β΄ Περίοδος)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου